Βασικές αρχές συνεργασίας και τεχνικές συμβουλευτικής γονέων

Ο εκπαιδευτικός οφείλει, ανάλογα με το πρόβλημα και την ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης που αντιμετωπίζει, να επιλέξει κατάλληλους χειρισμούς, κατάλληλο χρόνο και τρόπο για τις ανακοινώσεις του στους γονείς. Η επιλογή των κατάλληλων χειρισμών εξαρτάται από τις γνώσεις και την ευαισθητοποίηση του εκπαιδευτικού.

Θα αναφερθούμε σε κάποιες γενικές αρχές που μπορεί να ακολουθήσουν οι εκπαιδευτικοί πριν προχωρήσουν σε ανακοίνωση ή και παραπομπή όπως:

1.          Επιλογή κατάλληλου χρόνου και χώρου για τη συνάντηση με τους γονείς.

2.          Να είναι σωστά και επιστημονικά ενημερωμένος για το πρόβλημα του παιδιού και να έχει συγκεκριμένα στοιχεία και προτάσεις που θα στηρίξουν την άποψή του.

3.          Δημιουργεί θετικό και οικείο κλίμα εμπιστοσύνης με τους γονείς.

4.          Ζητάει προσωπικά και με λεπτότητα πληροφορίες για τη συμπεριφορά του παιδιού στο σπίτι και για την οικογενειακή κατάσταση.

5.          Να κατανοήσει τα συναισθήματα των γονιών και την πιθανή αρνητική αντίδρασή τους. Να τους ακούσει προσεκτικά και ν’ αξιολογήσει τις ανάγκες τους.

6.          Να ενθαρρύνει τους γονείς να εκφραστούν και να τους αφήσει χρόνο να εξοικειωθούν με την πραγματικότητα.

7.          Να δείξει με την συμπεριφορά του την αποδοχή του παιδιού στην τάξη.

 

Όταν ο εκπαιδευτικός έχει μέσα στην τάξη του παιδί με αναπηρίες εκτός από την παιδαγωγική του αντιμετώπιση θα πρέπει να δημιουργήσει με τους γονείς σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αποδοχής με τους γονείς για να επιτύχουμε θετική συνεργασία. Για να το επιτύχουμε αυτό πρέπει:

 

1.         Διακριτικότητα και εχεμύθεια για τα προβλήματα του παιδιού και της οικογένειας.

2.         Συνεργασία με τους γονείς σε ότι αφορά το παιδί και το πρόγραμμά του να είναι σύμφωνα με τις ανάγκες και τις αξίες της οικογένειας.

3.         Ενθαρρύνει τους γονείς να εκφράσουν τα συναισθήματά τους χωρίς να κρίνει, διαθέτει χρόνο να ακούσει τις ανησυχίες τους και τους προβληματισμούς τους, τους συμπαρίσταται αλλά δεν οικειοποιείται το πρόβλημά τους.

4.         Σέβεται την αξιολόγηση των ίδιων των γονιών για το παιδί τους και δεν την απορρίπτει.

 

Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με παιδιά με προβλήματα και αναπηρίες τυχαία, ενώ μερικοί ασχολήθηκαν με την ειδική εκπαίδευση χωρίς να έχουν ειδικές γνώσεις και κατάλληλα εκπαιδευμένοι, αλλά με οδηγό τους την ανάγκη για την δουλειά τους και το παιδί. Σύμφωνα με την Πολυχρονοπούλου (1995 : 87) "ο πρωταρχικός στόχος της συμβουλευτικής είναι η αποδοχή του παιδιού με όλες τις αδυναμίες της ανεπάρκειάς του. Η αποδοχή αρχίζει από το σπίτι όπου το παιδί δοκιμάζει τις ικανότητές του, μετράει τις δυνάμεις του και θέτει τους περιορισμούς του μέσα από εμπειρίες που συχνά προκαλούν απογοήτευση και πόνο. Το να παρακαλούν οι γονείς τις προσπάθειες και τα πειράματα του γιου ή της κόρης είναι πολλές φορές μια οδυνηρή διαδικασία. Κάθε όμως υπέρμετρη παρέμβασή τους στις διερευνητικές προσπάθειες του παιδιού μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την αυτοεκτίμηση και τη διαμόρφωση της αυτοεικόνας του".

Τα παιδιά με αναπηρίες είναι πρώτα παιδιά που έχουν τα ίδια δικαιώματα με τα’ άλλα παιδιά για αυτοπραγμάτωση, σύμφωνα με το δικό τους τρόπο και τα δικά τους όργανα και μέσα. Μαθαίνουν, όπως όλοι μας, ερχόμενοι σ’ επαφή με τους συνανθρώπους τους και όχι στο προστατευτικό περιβάλλον του σπιτιού ή σε απομονωμένα ειδικά σχολεία και ιδρύματα. Έχουν τις ίδιες ανάγκες, που έχουμε όλοι μας για μαθησιακές ευκαιρίες, για πειραματισμούς, επιτυχίες, δημιουργία και κοινωνική αναγνώριση. Έχουν τα ίδια δικαιώματα με όλους ν’ αγωνιστούν για τα όνειρά τους, να αποτύχουν, να υποφέρουν, να κλάψουν, ν’ απελπιστούν, να ξαναδοκιμάσουν και να μάθουν. Έχουν το ίδιο δικαίωμα με τα άλλα παιδιά μέσα στην ίδια τάξη να μοιραστούν την αγάπη μας.

 

logo2
logo